Δευτέρα, Ιανουαρίου 01, 2007

παράγωγα της λέξης «πίτα»



Μετά την κοπή της βασιλό-πιτας και ύστερα από κάμποσα ποτηράκια -χικ!- μπορούμε να γελάσουμε κι άλλο, ε, ας είναι και με ξενερέ πιταγόρειες ρεύσεις (πιταγορεύσεις)

Καπιτάλας: Αυτός που έχει πολλές πίτες

Πιτάω!: ενθουσιώδης κραυγή του Ικαρου

Πιτάγκωνα: «δέσιμο» δια βίου με καλόπιτη (βλ.λ.) συμβία

Πιταλούδα: το έντομο που προκύπτει από το σκουλήκι της τεκίλα

Γκραν Πιτάρα: το γνωστό μοντέλο αυτοκινήτου, όταν σφηνώνεται
κάτωθεν νταλίκας

Επιταχυντής: το πιο γρήγορο ντελίβερυ πίτας

Ξεπιτώνω: (τινά) ρίχνω κρύο νερό σε κάποιον για να ξεμεθύσει

Μωρόπιτα, η: πίτα για μωρά ή μωρό στο τσακίρ κέφι! διαλέγετε και παίρνετε

Πιταμένος: τέζα -εντελώς.

-------------
ΣΗΜ.1. δημοσιευμένα στο παιχνίδι "ιστρογονία" για τα μέλη του Istros
ΣΗΜ.2. μου έπεσε το φλουρί!


1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

dwste mas ki emas ena pothraki -xik-

pou ta ßriskeis!
dhladh dika sou einai...
pws ta skeftesai.
Πίτα=γυρος Ή polla pothrakia -xik-