Τετάρτη, Νοεμβρίου 22, 2006

Να το πάρω πάλι απ' την αρχή, μπορεί να καταλάβω κάτι...

...ή να το αφήσω εκεί που βρίσκεται;

Να περιμένω να γυρίσει ο πρωθυπουργός να κόψω εξελίξεις και ΑΝ;
Αλλά πάλι, τι δουλειά έχω καλλιτέχνης άνθρωπος να με νοιάζουν τα πολιτικά;
Κι αν έπαιξαν μπατσάκια μ' ένα νεαρό κάτι τύποι με πολιτικά στη Θεσσαλονίκη, τι με νοιάζει;
Μακριά πέφτει αυτή η πόλη για! Και μιλούν με το λάμδα το χοντρό, παπαπα, καλά να πάθει ο πλακωθείς.
Αυτός ήταν κύπριος φοιτητής και περνούσε τυχαίως; Πόσο τυχαίως δλδ, να ξερω, γιατί και'γώ προχτές...
Περνούσα από το Σύνταγμα όπου λιαζόντουσαν αραχτοί και σκόρπιοι μερικοί ένστολοι...
...κι ενώ ο δρόμος μου με οδηγούσε να περάσω ανάμεσό τους, δεν πέρασα αλλά παρέκαμψα.
Να σκοντάψω σε καμιά ζαρντινιέρα; Είμαι και στραβούλιακας να 'ούμ' και δεν το διακινδυνεύω.
Πάντως, αν η πρόθεση του συγγραφέως και ποιητή κ. υπουργού ήταν να φοβόμαστε ως λαός την αστυνομία, μάλλον το επέτυχε.
Κι εμένα τον καλλιτέχνη άλλα με ενδιαφέρουν, πώς να πω, καμιά αιθουσίτσα ν' απλώσω την πραμμάτεια μου, μπας και πουληθεί τπτ να κάνω Χριστούγεννα μέρες πού 'ρχονται, λέμε τώρα...
Ακόμα και στο Υπουργείο Δημόσιας Ταξεως δε θα με χάλαγε, λέμε τώρα.
Ολο λέμε λέμε λέμε όμως και μπακλαβά μηδέν, τα σορόπια άλλοι τα πίνουν και τα κομματάκια του γλυκού μοιρασμένα -ακριβοδικαίως βέβαια.
Και να κόβεται μπροστά σου ο μπακλαβάς και να στάζει λίγο σοροπάκι και να μη κοττάς να γλείψεις μπας και σου κόψουν τη γλώσσα.
Μπα, θα το ρισκάρω αυτή τη φορά, θα πάω στον κ. Πολύδωρα, ως συνάδελφος καλλιτέχνης.
«Γράφεις εσύ; Γράφω και'γώ!» θα του πω και θα με κεράσει καφέ -που δεν πίνω, ευτυχώς τον έκοψα- και τσιγαράκι.
Καπνίζω να πάρει, αλλά να δούμε για πόσο ακόμα;
Υποπτεύομαι ότι σύντομα οι καπνοβιομηχανίες θα χάσουν ένα καλό στήριγμα λόγω οικονομικής δυσπραγίας.
Εκεί που θα τα λέμε -λέμε τώρα, ε- με τον κ. υπουργό, νά 'σου θα χτυπήσει το κινητό και ο υπουργούλης θα χάσει το χρώμα του και...
«Τι τά 'θελα τα υπουργιλίκια» θα ξεφωνίσει ταραγμένος «πάλι με εκθέτουν, δεν σταματούν να με εκθέτουν!»
«Ποιος στο τηλέφωνο, αν επιτρέπεται;» θα ρωτήξω αμέριμνα και θα λάβω μάλλον την απάντηση «ο Κωστάκης, που ζητάει και τα ρέστα!»
Σωστά, γιατί να ζητάει τα ρέστα; Χάθηκε να ζητήσει όλο το ποσόν πίσω; Από τον κ. Μπλερ εννοώ, έτσι;
Αλλά εμένα, καλλιτέχνη άνθρωπο είπαμε, τι με κόφτουν όλ' αυτά; Εγώ ζω στην κοσμάρα μου και τα πολιτικά μου είναι αδιάφορα, εκτός κι αν έρθουν πολύ κοντά μου.
Τόσο κοντά, όσο στην παραδιπλανή πολυκατοικία, που τη ληστέψανε τρεις φορές τον τελευταίο μήνα, κι ας άλλαξαν την κλειδαριά της εισόδου.
Τόσο κοντά, όσο το Α.Τ.Μ. της τράπεζας που άδειασε από λεφτά κακοχρονονάχει το σκασμένο.
Ολο δάνεια παίρνουν διάφοροι, πιστεύουν στο "τζάμπα, χωρίς τόκο" και άλλες παπαριές διαφημιστικούρες που τάζουν οι τραπεζίτες οι αρπάχτρες.
Και μετά, έρχονται γιορτές, σου λέει ο άλλος και πρέπει να ψωνίσουμε δώρα και άλλα άχρηστα μπιχλιμπιδάκια.
Σε μας, όταν ήμουν μικρή, φέρνανε δώρο «ένα πακετάκι βούτυρο για τα παιδιά» κάτι θείες δημόσιοι υπάλληλοι.
Ενα πακετάκι βούτυρο όμως σήμερα κοστίζει... Ισως κανα γιαουρτάκι πολυτελείας χωρίς λιπαρά...

1 σχόλιο:

οι σκιές μιλάν είπε...

Herz was willst du mehr!
(=Καρδια, τι παραπάνω θες;)

είχε γράψει στα '42 ο Γερμανός στρατιώτης από το στρατιωτικό νοσοκομείο του Μονάχου στην καλή του, όταν του πρόσφεραν βούτυρο και ψωμί.

Κατέβηκα βλέπεις τα σκαλοπάτια του ποστ και σκόνταψα στο τελευταίο.